«Πως μπορώ να αγαπήσω κάποιον που δεν γνωρίζω;» … Παρόλο που δεν μπορούμε να δούμε το Θεό, έχουμε όμως άλλα μέσα για να υψώσουμε τα μάτια του πνεύματός μας έως Εκείνον. Αν δεν μας είναι δυνατό να τον δούμε προσωπικά τον ίδιο, μπορούμε από τώρα να τον βλέπουμε στους δούλους του. Διαπιστώνοντας ότι κάνουν έργα μεγάλα, είμαστε βέβαιοι ότι ο Θεός κατοικεί μέσα τους… Κανένας από εμάς μπορεί να κοιτάξει τον ήλιο απευθείας, κατάματα, τη στιγμή που ανατέλλει με όλη την λαμπρότητά του, γιατί τα μάτια που είναι καρφωμένα επάνω του τυφλώνονται… Αλλά κοιτάζουμε τα βουνά που φωτίζονται από τον ήλιο, και αντιλαμβανόμαστε από αυτό ότι έχει ανατείλει. Το ίδιο, εφόσον δεν μπορούμε να δούμε απευθείας τον Ήλιο της δικαιοσύνης (Μαλ. 3,20…)… κοιτάζουμε τα βουνά που η λάμψη του φωτίζει, δηλαδή τους αγίους αποστόλους, που λάμπουν με τις αρετές τους, που λάμπουν με τα θαύματά τους… Πράγματι, η δύναμη του Θεού αφ’ εαυτής, είναι ο ήλιος στον ουρανό, η δύναμη του Θεού που χαρίστηκε στους ανθρώπους, είναι ο ήλιος πάνω στη γη… Αλλά ο όρος για να μη σκοντάψουμε στο δρόμο μας πάνω στη γη, συνίσταται στο να αγαπούμε το Θεό και τον πλησίον μας με όλο μας το είναι (Μτ. 22,37)… Είναι ο λόγος για τον οποίο δόθηκε το Πνεύμα στους μαθητές δύο φορές: κατ’ αρχήν από τον Κύριο πάνω στη γη, ύστερα από τον Κύριο στον ουρανό (Ιω. 20,22 Πραξ. 2.2). Μας δόθηκε πάνω στη γη για να αγαπούμε τον πλησίον μας, από τον ουρανό για να αγαπούμε το Θεό… έτσι κατανοούμε αυτά τα λόγια του Ιωάννη: «Όποιος δεν αγαπά τον αδελφό του που βλέπει, πως θα αγαπήσει το Θεό που δεν βλέπει;» (1Ιω.4,20). Γι αυτό αδελφοί μου, να αγαπούμε τον πλησίον μας, να αγαπούμε εκείνον που είναι κοντά μας, για να είμαστε ικανοί να αγαπούμε Εκείνον που είναι πάνω από εμάς… μόνο έτσι θα αξίζουμε τη χαρά στο πρόσωπο του Θεού, με την τέλεια χαρά, μαζί με τον πλησίον μας.
↧