Έκαναν βασιλιάδες χωρίς την έγκρισή μου, διόρισαν άρχοντες χωρίς να με ρωτήσουν. Δίνουν το ασήμι τους και το χρυσάφι τους, για να κατασκευάσουν είδωλα –ό,τι πρέπει για να το χάσουν.
«Μου προξενεί φρίκη το μοσχάρι σας, κάτοικοι της Σαμάρειας! Άναψε ο θυμός μου εναντίον σας. Ως πότε πια μ' αυτό το βδέλυγμα θα ζείτε;
Τι σχέση έχει ο Ισραήλ μ' αυτό το πράγμα; Αυτό διόλου δεν είναι θεός· ένας τεχνίτης το 'φτιαξε! Κομμάτια θα γίνει το μοσχάρι της Σαμάρειας.
Καθώς το λέει ο λόγος, αυτός που σπέρνει άνεμο, θύελλα θα θερίσει. Καλαμιά δίχως στάχυ δεν δίνει αλεύρι· κι αν μολαταύτα δώσει, ξένοι θα το καταβροχθίσουνε.
«Θυσιαστήρια έφτιαξε αναρίθμητα ο λαός του Εφραΐμ, για να απαλλαχθεί από την αμαρτία του· αυτά όμως γίναν αφορμή για ν' αμαρτάνει.
Ακόμα κι αν τους έγραφα χίλιες φορές το νόμο μου, αυτοί δε θα τον λογαριάζαν.
Τους αρέσει θυσίες να προσφέρουν, γιατί θέλουν να τρώνε κρέας. Αλλά εγώ ο Κύριος δεν τις επιθυμώ. Δεν ξεχνώ τις ανομίες τους και θα τους τιμωρήσω για τις αμαρτίες τους· στην Αίγυπτο θα επιστρέψουν.
↧