Στο Πιστεύω, μετά που ομολόγησε: «Πιστεύω στην Εκκλησία» (…) προσθέτουμε το επίθετο «αγία», δηλαδή επιβεβαιώνουμε την αγιοσύνη της Εκκλησία. Είναι ένα διακριτικό που είναι παρόν από την αρχή στη συνείδηση των πρώτων χριστιανών, οι οποίοι ονομαζότανε απλά «άγιοι» (Πραξ. 9,13.32.41 Ρωμ. 8,27 1Κορ. 6,1), γιατί είχαν τη βεβαιότητα ότι είναι η ενέργεια του Θεού, το Άγιο Πνεύμα, που εξαγιάζει την Εκκλησία. Αλλά με ποια έννοια η Εκκλησία είναι αγία, όταν βλέπουμε την Εκκλησία της ιστορίας, στη διάρκεια της πορείας της μέσα στους αιώνες, ότι γνώρισε τόσες δυσκολίες, προβλήματα, σκοτεινές περιόδους; Πως μια Εκκλησία που αποτελείται από ανθρώπους, από αμαρτωλούς, μπορεί να είναι αγία; Μια Εκκλησία αποτελούμενη από αμαρτωλούς άνδρες και αμαρτωλές γυναίκες, ιερείς αμαρτωλούς, μοναχές αμαρτωλές, επισκόπους αμαρτωλούς, καρδιναλίους αμαρτωλούς, από ένα πάπα αμαρτωλό; Όλοι. Πως παρόμοια Εκκλησία μπορείνα είναι αγία; Για να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα, θα ήθελα να έχω για οδηγό μια περικοπή του αγίου Παύλου στους χριστιανούς της Εφέσου. Ο Απόστολος, παίρνοντας για παράδειγμα τις οικογενειακές σχέσεις, επιβεβαιώνει ότι «ο Χριστός αγάπησε την Εκκλησία, παραδόθηκε γι αυτήν, για να την εξαγιάσει» (5,25…). Ο Χριστός αγάπησε την Εκκλησία, παραδίνοντας τον εαυτό του επί του σταυρού. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία είναι αγία γιατί προέρχεται από το Θεό που είναι άγιος. Της είναι πιστός. Δεν την εγκαταλείπει στις δυνάμεις του θανάτου και του κακού (Μτ. 16,18). Είναι αγία επειδή ο Ιησούς Χριστός, ο Άγιος του Θεού (Μκ.1,24), είναι ενωμένος μαζί της με τρόπο αδιάλυτο (Μτ. 28,20). Είναι αγία επειδή καθοδηγείται από το Άγιο Πνεύμα που εξαγνίζει, μεταμορφώνει, ανανεώνει. Δεν είναι αγία χάρη στις αξιομισθίες μας, αλλά γιατί ο Θεός την καθιστά αγία. Είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος και των δωρεών του. Δεν είμαστε εμείς που την καθιστούμε αγία, είναι ο Θεός, το Άγιο Πνεύμα, που από αγάπη την καθιστά αγία την Εκκλησία.
↧