Ας τιμήσουμε τη συμπόνια ενός Θεού που ήλθε για να σώσει και όχι για να κρίνει τον κόσμο. Ο Ιωάννης ο πρόδρομος του Διδασκάλου, που μέχρι εκείνη τη στιγμή αγνοούσε το μυστήριο, όταν έμαθε ότι ο Ιησούς ήταν ο Κύριος, φώναξε σ’ εκείνους που έρχονταν να βαπτιστούν: «‘Γένος εχιδνών’(Μτ.3,6) γιατί με κοιτάζετε με τόση επιμονή; δεν είμαι εγώ ο Χριστός. Είμαι ένας δούλος και όχι ο Διδάσκαλος, είμαι ένας απλός υπηρέτης, και όχι ο βασιλιάς. Είμαι ένα πρόβατο και όχι ο ποιμένας. Είμαι ένας άνθρωπος, και όχι ένας Θεός. Θεράπευσε τη στειρότητα της μητέρας μου ερχόμενος στον κόσμο, δεν έκανα γόνιμη την παρθενία της. Εγώ ήλθα από χαμηλά δεν κατέβηκα από τα ύψη. Έλυσα τη γλώσσα του πατέρα μου (Λκ. 1,20), δεν πρόσφερα τη θεϊκή χάρη (…) είμαι μηδαμινός και τιποτένιος, αλλά μετά από εμένα έρχεται εκείνος που είναι πριν από εμένα (Ιω. 1,30). «Έρχεται μετά, μέσα στο χρόνο, αλλά πριν υπήρχε στο απρόσιτο και ανέκφραστε φως της θεότητας. ‘Έρχεταιεκείνος που είναι πιο ισχυρός από εμένα, δεν είμαι άξιος να βγάλω τα σανδάλια του. Εκείνος θα σας βαπτίσει με Πνεύμα και φωτιά’ (Μτ. 3,11). Εγώ είμαι υπόδουλος, εκείνος είναι ελεύθερος. Εγώ υπόκειμαι στηναμαρτία, εκείνος καταργεί την αμαρτία. Εγώ, διδάσκω το Νόμο, εκείνος φέρνει το φως της χάρης. Κηρύττω ως δούλος, εκείνος νομοθετεί ως κύριος. Εγώ έχω γιακρεβάτι το χώμα, εκείνος τους ουρανούς. Βαφτίζω το βάφτισμα μετάνοιας, εκείνος δίνει τη χάρη της υιοθεσίας. ‘Θα σας βαφτίσει νε Πνεύμα και φωτιά’ Γιατί να μετιμάτε; Δεν είμαι ο Χριστός.»
↧