Το έδωσε στον Ιωσήφ ως εχέγγυο, *
όταν αυτός εξήλθε από τη γη της Αιγύπτου.
Άκουσα φωνή που δεν τη γνώριζα: †
Το έδωσε στον Ιωσήφ ως εχέγγυο, *
όταν αυτός εξήλθε από τη γη της Αιγύπτου.
Άκουσα φωνή που δεν τη γνώριζα: †
«Απάλλαξα τον ώμο του από τα βάρη, *
τα χέρια του παράτησαν το κοφίνι.
Στην αγωνία μ’ επικαλέστηκες και σ’ ελευθέρωσα, †
σε εισάκουσα κρυμμένος μες στην καταιγίδα, *
στις Πηγές της Μεριβά σε δοκίμασα.
Στην αγωνία μ’ επικαλέστηκες και σ’ ελευθέρωσα, †
σε εισάκουσα κρυμμένος μες στην καταιγίδα, *
στις Πηγές της Μεριβά σε δοκίμασα.
Στην αγωνία μ’ επικαλέστηκες και σ’ ελευθέρωσα, †
σε εισάκουσα κρυμμένος μες στην καταιγίδα, *
στις Πηγές της Μεριβά σε δοκίμασα.
Άκουσε, λαέ μου, και θα σε νουθετήσω, *
Ισραήλ, μακάρι να με άκουγες!
Δεν θα υπάρχει άλλος θεός για σένα,*
ούτε ξένο θεό θα προσκυνήσεις.
Διότι εγώ είμαι ο Κύριος ο Θεός σου, †
που σ’ εξήγαγα από τη γη της Αιγύπτου: *
ορθάνοιξε το στόμα σου και θα το γεμίσω.
Αν μ’ άκουγε ο λαός μου, *
αν πορευόταν ο Ισραήλ στους δρόμους μου!
θα τους έτρεφα με το καλύτερο σιτάρι, *
και θα τους χόρταινα με το γλυκύτερο μέλι».
↧