Ο Μωυσής είπε: «Ο Κύριος ο Θεός μας θα εγείρει, ανάμεσα από τους αδελφούς σας, ένας προφήτης όμοιος μ’ εμένα» (Δευ. 18,15). Ο Μωυσής εξηγεί ο ίδιος… αυτό που ανήγγειλε: «Είναι αυτό ακριβώς που ζήτησες από τον Κύριο το Θεό σου στο όρος Σινά, την ημέρα της συνάθροισης, όταν είπε: ‘Δεν θα ακούσουμε στο εξής τη φωνή του Κυρίου του Θεού μας και δεν θα κοιτάξουμε τη μεγάλη φωτιά, θα σήμαινε το θάνατό μας’» (εδ. 16). Ο Μωυσής επιβεβαιώνει ότι ένας ρόλος μεσολαβητή του επιδόθηκε τότε, εφόσον η συνάθροιση των Ιουδαίων ήταν ανίκανη να κοιτάξει τις πραγματικότητες που την ξεπερνούν: τη Θέα του Θεού μοναδική και τρομερή για τα μάτια μας, ήχος της τρομπέττας παράξενος και μη υποφερτός για τα αυτιά (Εξ. 19,16). Ο λαός είχε επομένως τη φρονιμάδα να προφυλαχτεί από δυνάμεις που υπερέβαιναν τις δικές του, και η μεσολάβηση του Μωυσή κάλυπτε την αδυναμία των ανθρώπων της εποχής του : ήταν επιφορτισμένος να μεταφέρει στη συνέλευση του λαού τις θεϊκές εντολές. Αλλά αν θέλεις να ανακαλύψεις κάτω από αυτό το συμβολισμό την προεικονισμένη πραγματικότητα, θα καταλάβεις ότι εννοεί το Χριστό, «Μεσίτης ανάμεσα στο Θεό και τους ανθρώπους» (1Τιμ. 2,5): είναι εκείνος ο οποίος πίσω από μια φωνή ανθρώπινη που έλαβε όταν γεννήθηκε για μας από μια γυναίκα, μεταδίδει στις ευήκοες καρδιές του υπέροχου θελήματος του Θεού Πατέρα, που είναι ο μόνος να γνωρίζει ως Υιός του Θεού και Σοφία του Θεού, «ερευνώντας τα πάντα, και αυτά τα βάθη του Θεού» (1Κορ. 2,10). Δεν θα κατορθώναμε να φθάσουμε με τα σάρκινα μάτια μας τη δόξα που δεν υπάρχουν λόγια να την εκφράσουν, αγνή και απλή, εκείνου που είναι πάνω από όλα – «ο άνθρωπος δεν θα μπορέσει να δει το πρόσωπό μου, λέει ο Θεός, και να ζήσει» (Εξ. 33,20). Τότε, ο Λόγος, ο μονογενής Υιός του Θεού, όφειλε να συμμορφωθεί στην αδυναμία μας παίρνοντας ένα ανθρώπινο σώμα (…) σύμφωνα με το σχέδιο του λυτρωτή, για να μας αποκαλύψει το θέλημα του Θεού Πατέρα, όπως έλεγε ο ίδιος: «Ό, τι έμαθα από τον Πατέρα μου, σας το έκανα γνωστό» (Ιω. 15,15), και ακόμη «Δεν μιλώ αφ’ εαυτού μου, αλλά ο Πατέρας που με έστειλε που υπαγόρευσε αυτό που πρέπει να πω και να το κάνω γνωστό» (Ιω. 12,49).
↧