Το χαρακτηριστικό αναγνωριστικό των προβάτων του Χριστού, είναι η ικανότητά τους να ακούνε και να υπακούνε, ενώ τα ξένα πρόβατα αναγνωρίζονται στην απειθαρχία τους. Το ρήμα «ακούω» λαμβάνεται με την έννοια του συγκατατίθεμαι σε ό, τι λέγεται. Και εκείνοι που ακούνε είναι γνωστοί του Θεού, διότι το «να είσαι γνωστός» σημαίνει να είσαι ενωμένος μαζί του. Δεν υπάρχει κανένα πρόσωπο που να αγνοείται ολότελα από το Θεό. Επομένως, όταν ο Χριστός λέει: «γνωρίζω τα πρόβατά μου», θέλει να πει: «Θα τα αποδεχτώ και θα τα ενώσω στον εαυτό μου με τρόπο ξεχωριστό και διαρκή». Μπορούμε να πούμε ότι γινόμενος άνθρωπος, έγινε συγγενής με όλους τους ανθρώπους παίρνοντας τη φύση τους: είμαστε όλοι ενωμένοι με το Χριστό εξαιτίας της ενσάρκωσής του. Αλλά εκείνοι που δεν διατηρούν την ομοιότητα με την αγιότητα του Χριστού, γίνονται ξένοι ως προς αυτόν. (…) «Τα πρόβατά μου με ακολουθούν» λέει ακόμη ο Χριστός. Πράγματι, με τη χάρη του Θεού οι πιστοί ακολουθούν τα βήματα του Χριστού. Δεν υπακούνε στις εντολές του παλαιού Νόμου, που ήταν μια προεικόνιση, αλλά, ακολουθώντας με τη χάρη τις εντολές του Χριστού, υψώνονται στο επίπεδό του, σύμφωνα με την κλήση τους ως παιδιά του Θεού. Όταν ο Χριστός ανεβαίνει στον ουρανό, τον ακολουθούν έως εκεί.
↧