Επειδή η αμαρτία υπάρχει μέσα στον κόσμο «ο Θεός αγάπησε τόσο που έδωσε τον μονογενή Υιό του» (Ιω. 3,16), ο Θεός «που είναι αγάπη» (1Ιω. 4,8) δεν μπορεί να αποκαλυφτεί διαφορετικά από ευσπλαχνία. Αυτό συμφωνεί όχι μόνο στην πιο βαθειά αλήθεια αυτής της αγάπης που είναι ο Θεός, αλλά επίσης στην εσωτερική αγάπη του ανθρώπου και του κόσμου που είναι η πρόσκαιρη κατοικία του… Είναι γι’ αυτό που η Εκκλησία αναγγέλλει τη μεταστροφή και καλεί σ’ αυτήν. Η μεταστροφή στο Θεό συνίσταται πάντοτε στην ανακάλυψη της ευσπλαχνία του, δηλαδή σ’ αυτή την αγάπη «υπομονητική και πράο» (βλ. 1Κορ. 13,4)…, στην οποία αγάπη «ο Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (2Κορ. 1,3) είναι πιστός μέχρι τις ύστατες συνέπειές της μέσα στην ιστορία της Διαθήκης με τον άνθρωπο: μέχρι το σταυρό, το θάνατο και την ανάσταση του Υιού του. Η μεταστροφή στο Θεό είναι πάντοτε ο καρπός της επιστροφής στον Πατέρα «πλούσιο σε ευσπλαχνία» (Εφ. 2,4). Η αυθεντική γνώση του Θεού της ευσπλαχνίας, Θεού της ευνοϊκής αγάπης, είναι μια δύναμη συνεχούς μεταστροφής και ανεξάντλητης, όχι μόνο ως εσωτερική πράξη μιας στιγμής, αλλά επίσης ως διαρκής διάθεση, ως κατάσταση ψυχής. Όσοι κατορθώνουν να γνωρίσουν το Θεό μ’ αυτό το πρίσμα, που κατορθώνουν να τον δουν έτσι, δεν μπορούν να ζήσουν διαφορετικά παρά μεταστρεφόμενοι σ’ αυτόν συνεχώς. Ζουν επομένως «σε κατάσταση μεταστροφής», και είναι αυτή η κατάσταση που αποτελεί το πιο βαθύ συστατικό του προσκυνήματος του ανθρώπου πάνω στη γη «σε κατάσταση πορείας». Είναι βέβαιο ότι η Εκκλησία ομολογεί την ευσπλαχνία του Θεού που αποκαλύφτηκε δια του Χριστού εσταυρωμένου και αναστημένου όχι μόνο με λόγια στη διδασκαλία της, αλλά προπάντων με τον πιο έντονο σφυγμό της ζωής όλο του λαού του Θεού. Χάρη σ’ αυτή τη μαρτυρία της ζωής, η Εκκλησία εκπληρώνει την αποστολή της χαρακτηριστικό του Λαού του Θεού, αποστολή που συμμετέχει στη μεσσιανική αποστολή του ίδιου του Χριστού και η οποία από μια άποψη τη συνεχίζει.
↧