Η μητέρα του Ιωάννη του Βαπτιστή είναι μια ηλικιωμένη γυναίκα στείρα, η μητέρα του Χριστού είναι μια νέα γυναίκα με όλη την λαμπρότητα της νιότης της. Ο Ιωάννης είναι καρπός της στείρας, ο Χριστός ο καρπός της παρθενίας. (…) Ο ένας αναγγέλθηκε με το μήνυμα του αγγέλου, με την αναγγελία του αγγέλου ο άλλος συνελήφθη. Ο πατέρας του Ιωάννη δεν πίστεψε στην είδηση της γέννησής του, και κατάντησε βουβός, η Μητέρα του Χριστού πιστεύει στον υιό της και με την πίστη, τον συλλαμβάνει στα σπλάχνα της. Η καρδιά της Παρθένου αποδέχεται πρώτα την πίστη, και τότε γίνεται μητέρα, η Μαρία δέχεται ένα καρπό στα σπλάχνα της.
Τα λόγια που η Μαρία και ο Ζαχαρίας απευθύνουν στον άγγελο είναι σχεδόν όμοια. Όταν ο άγγελος του αναγγέλλει τη γέννηση του Ιωάννη, ο ιερέας απαντά: «Πως θα γνωρίσω ότι αυτό θα συμβεί; Εγώ είμαι γέρος άνθρωπος και η γυναίκα μου επίσης ηλικιωμένη». Στην αναγγελία του αγγέλου, η Μαρία απαντά: «Πως θα γίνει αυτό αφού είμαι παρθένος;» Ναι, είναι σχεδόν τα ίδια λόγια. (…) Και όμως ο πρώτος επιπλήχτηκε, και η δεύτερη διαφωτίστηκε. Στο Ζαχαρία, είπε «επειδή δεν πίστεψες» και στη Μαρία: «Ιδού η απάντηση σε ό, τι ζήτησες». Και ακόμη μια φορά, είναι περίπου τα ίδια λόγια και από τον ένα και από την άλλη. (…) Αλλά εκείνος που άκουγε τα λόγια, έβλεπε επίσης τις καρδιές, σ’ εκείνον τίποτα δεν είναι κρυφό. Ο λόγος του καθένα έκρυβε τη σκέψη του, αλλά αν αυτή η σκέψη ήταν κρυφή για τους ανθρώπους, δεν ήταν για τον άγγελο, ή καλύτερα δεν ήταν για εκείνον που μιλούσε μέσω του αγγέλου.
↧