«Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο». Πως τον μεγαλύνεις; Θα καθιστούσες μεγαλύτερο εκείνο του οποίου η μεγαλειότητα είναι άπειρη; «Μέγας είναι ο Κύριος, λέει ο ψαλμωδός, και άπειρα επαινετός» (Ψ. 144,3). Είναι μεγάλος και τόσο μεγάλος που η μεγαλειότητά του δεν επιδέχεται καμιά σύγκριση ούτε μέτρο. Πως λοιπόν, τον μεγαλύνεις, εφόσον δεν τον καθιστάς μεγαλύτερο;
Τον μεγαλύνεις γιατί τον επαινείς. Τον μεγαλύνεις διότι, ανάμεσα στο σκοτάδι αυτού του κόσμου, πιο φωτεινή από τον ήλιο, πιο ωραία από τη σελήνη, πιο μυρωδάτη από τα ρόδα, πιο λευκή από το χιόνι, κάνεις γνωστή τη λαμπρότητα του Θεού. Τον μεγαλύνεις όχι γιατί προσθέτεις στη μεγαλειότητά του χωρίς μέτρο, αλλά φαίρνοντας, μέσα στο σκοτάδι του κόσμου, το φως της αληθινής θεότητας. (…) Τον μεγαλύνεις όταν υψώνεσαι σε τέτοιο σημείο ώστε να λάβεις την πληρότητα της χάρης (Λκ. 1,28), ώστε να αξίζεις την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος, και τέλος γινόμενη Μητέρα του Θεού, ενώ παραμένεις παρθένα αβίαστη, γεννάς το Σωτήρα για τον κόσμο που χάνεται.
Από προέρχεται αυτό; Από το γεγονός ότι ο Κύριος είναι μαζί σου (Λκ. 1,28, ο Κύριος που κατέστησε αυτά τα δώρα, αξιομισθίες σου. Ιδού γιατί λέμε ότι τον μεγαλύνεις: διότι εσύ η ίδια μεγαλύνθηκες από εκείνον (…) γιατί είσαι ο αποδέκτης του Λόγου, το βαρέλι του νέου οίνου που μεθάει την εγκράτεια των πιστών. Είσαι η Μητέρα του Θεού.
↧