Φωνή της ψυχής που προσφέρεται στο Θεό: «Είμαι μια ορφανή χωρίς μητέρα, είμαι ταλαίπωρη και φτωχή. Μακριά από τον Ιησού, δεν έχω καμιά παρηγοριά, μόνο εκείνος μπορεί να ξεδιψάσει την ψυχή μου. Είναι ο φίλος που προτιμώ και ο μοναδικός της καρδιάς μου, ναι, εκείνος ο Βασιλέας των βασιλέων και ο Κύριος των κυρίων’ (Αποκ. 19,16)… Το σώμα μου και η ψυχή μου βρίσκονται στο χέρι του, ας κάνει μ’ εμένα ότι αρέσει στην καλοσύνη του. Ποιος θα μου δώσει να γίνω μια ύπαρξη που να αρέσει στην καρδιά του, ώστε να βρει σ’ εμένα ό, τι του αρέσει, σύμφωνα με την υπεροχή της ευαρέσκειάς του ; Μόνο αυτό θα μπορούσε να με χαροποιήσει και να με παρηγορήσει. «Προς Θεού, Ιησού, μοναδικέ αγαπημένε της καρδιάς μου…, αγαπημένε πάνω από κάθε άλλο αγαπημένο: η επιθυμία της καρδιάς μου λαχταρά και αναστενάζει για εσένα, εσένα που είσαι η ανοιξιάτικη ημέρα γεμάτη ζωή και λουλούδια. Κάνε να έλθει αυτή η ημέρα κατά την οποία θα ήμουν τόσο στενά ενωμένη μαζί σου, που τότε, εσύ ο αληθινός Ήλιος θα έκανες να προκύψουν λουλούδια και καρποί από την πνευματική πρόοδό μου. ‘Σε περιμένω με μεγάλη αναμονή’ (Ψ. 39,2)… Προς Θεού, φίλε, φίλε μου, ολοκλήρωσε αληθινά την επιθυμία σου και την επιθυμία μου.» Φωνή του Χριστού: «Μέσω του Αγίου Πνεύματος θα σε έπαιρνα για νύμφη, θα σε έδενα μαζί μου με μια ένωση αδιάσπαστη. Θα καθόσουνα στο τραπέζι μου και θα σε τύλιγα με την πραότητα της αγάπης μου. Θα σε έντυνα με την ευγενή πορφύρα του πολύτιμου αίματός μου, θα σε στεφάνωνα με το καθαρό χρυσάφι του θανάτου μου. Εγώ θα ικανοποιούσα την επιθυμία σου, και θα σε καθιστούσα ευτυχισμένη για την αιωνιότητα».
↧