Ο Ιωάννης επιδίδεται στο να βαπτίζει, όταν ο Ιησούς έρχεται προς αυτόν: έρχεται να εξαγιάσει εκείνον που θα τον βαπτίσει. Έρχεται να πνίξει μέσα στα νερά το παλιό Αδάμ ολόκληρο, και πριν από αυτό και γι αυτό, εξαγιάζει τα νερά του Ιορδάνη. Εκείνος που είναι Πνεύμα και σάρκα, θέλει να τελειοποιήσει τον άνθρωπο με το νερό και το Πνεύμα» (Ιω. 3,4). Ο Βαπτιστής αρνείται και ο Ιησούς επιμένει. «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από εσένα», λέει η λάμπα στον ήλιο, ο φίλος στον Νυμφίο, ο μεγαλύτερος από τα παιδιά της γυναίκας στον Πρωτότοκο όλης της δημιουργίας (Ιω. 5,35 3,29 Μτ.11,11 Κολ. 1,15). Εκείνος που είχε σκιρτήσει στα σπλάχνα της μητέρας του λέει σ’ εκείνον που λατρεύτηκε στα σπλάχνα της δικής του μητέρας, ο πρόδρομος λέει σ’ εκείνον που μόλις φανερώθηκε και που θα φανερωθεί όταν ο χρόνος θα φθάσει στο τέλος του: «Εγώ πρέπει να βαπτιστώ από εσένα». Θα μπορούσε να προσθέσει «δίνοντας τη ζωή μου για εσένα», πράγματι γνώριζε ότι θα λάβαινε το βάπτισμα του μαρτυρίου… Ο Ιησούς βγαίνει από το νερό, παρασύροντας συνάμα το σύμπαν ολόκληρο. Βλέπει τους ουρανούς να ανοίγονται, αυτούς τους ουρανούς που άλλοτε ο Αδάμ είχε κλείσει για τον εαυτό του και για τους απογόνους του, αυτόν τον παράδεισο που ήταν ως αμπαρωμένος με ένα ξίφος φωτιάς (Γεν. 3,24). Το Πνεύμα δίνει μαρτυρία για τη θεότητα του Χριστού, έρχεται να συναντήσει τον όμοιό του. Και μια φωνή ακούγεται από τον ουρανό, γιατί είναι από τον ουρανό που έρχεται εκείνος για τον οποίο δίνεται η μαρτυρία. Και ένα περιστέρι τον καθιστά ορατό στα μάτια της σάρκας, για να τιμήσει τη σάρκα μας που έγινε θεϊκή.
↧